τις αναμνήσεις τις συλλέγουμε .. δεν τις μοιραζόμαστε ποτέ

Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

Η ώρα του μηδέν


Δεν την καταλαβαίνεις, έρχεται σαν αύρα, σαν άνεμος και δεν κάνεις καμία κίνηση να φυλαχτείς. Τότε ξέρεις πως δεν υπάρχει προστασία, μόνο που το μαθαίνεις αργά αυτό κι έχεις σπαταληθεί επί χρόνια σε μία ανώφελη προετοιμασία. Έρχεται η στάχτη του τίποτα και σε κουκουλώνει και στέκεις ακίνητη να την υποδεχτείς ολόκληρη. Όλη η λογική του κόσμου κι αν μαζευτεί δεν μπορεί να σε αναγκάσει να σηκώσεις τα χέρια σου έστω για να κρύψεις τα μάτια σου. Η πιο μεγάλη λογική είναι αυτή. Όταν το μηδέν φτάσει, το χωράς μέσα σου σαν το πιο φυσικό πράγμα του κόσμου. Το καταπίνεις και σε καταπίνει. Ψηλώνεις απεριόριστα. Ακουμπάς τα πιο ανεξερεύνητα. Δεν σε νοιάζει για τίποτα, αφού είσαι στο τίποτα. Οι διαστάσεις του τεράστιες κι ας είναι ένα απλό στρόγγυλο σημαδάκι που εφευρέθηκε σαν φάρος που αναβοσβήνει. 

Ούτε καν ένα βλέμμα προς τα πίσω δεν νιώθεις σαν απαραίτητο.

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

Επιθυμία


Να γράψω ένα γράμμα, όσο έχω χρόνο ακόμα, αν έχω.
Ένα γράμμα στη κόρη μου. Ένα γράμμα που θα δείχνει πως ήταν η μητέρα της, πως έζησε, πως περπάτησε, πως κουμάνταρε τη ζωή της, πως κέρδισε, πως έχασε, πως ήρθε και πως έφυγε. Όχι τα «γιατί», μόνο τα «πως».
Ένα γράμμα σαν χρονοκάψουλα, σαν ένδειξη με αποδείξεις όμως. Να συνοδεύεται από ένα κουτί γεμάτο από ό,τι συνέλεξα στα χρόνια πριν να γίνω μητέρα της και στα χρόνια μετά. Να τα έχει παρέα της με μόνη απαίτηση να μην κρίνει όπως της έχω μάθει πως δεν χρειάζεται να κάνει ποτέ. Να με έχει κοντά της εκεί που δεν την πήρα μαζί μου και εκεί που θα πάει μόνη της χωρίς εμένα.

Μπορεί και να μην χρειάζεται αλλά οι επιθυμίες δεν υπαγορεύονται πάντα από τις ανάγκες.

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Good luck then ...

Πρόσφατα σ'ένα e-φίλο έγραψα ένα mail προτρέποντάς τον να μην φοβάται (εγώ η άφοβη, τρομάρα μου, δίνω συμβουλές(!!) αλλά .. έτσι παίζεται τούτο το παιχνίδι).
Του έγραφα πως στο κάτω - κάτω ας πιάσει πάτο (τι χειρότερο από τον πάτο!!) γιατί μετά υπάρχει η .. αυτοσυντήρηση που θα τον σπρώξει προς τα πάνω ή προς τα .. αλλού (πιστεύω πως είναι το ίδιο και οι δύο κατευθύνσεις). Χθες διάβασα σε ένα βιβλίο (βλέπε: φάρμακο) τα εξής:

Προς το μεσημέρι, μπήκα σε μία κάβα, σκοτεινή σαν τάφο, μ' ένα γεροντάκι που φορούσε χρυσά γυαλιά κι έσερνε τα βήματά του. What can I do for you, sir, can I be of any help? Ήθελα να του πω ότι η μόνη βοήθεια που μπορούσε να μου προσφέρει θα ήταν να με σπρώξει από κάποιο παράθυρο. Μα δεν υπήρχαν καθόλου παράθυρα εκεί μέσα. Περιορίστηκα σε μια μπουκάλα κονιάκ. Το πιο δυνατό, είπα. Μου έδωσε κάτι very special, όπως μου υποσχέθηκε. Ελπίζω να το αντέχετε, young man, μου είπε σ' έναν τόνο μισά προστατευτικό και μισά κοροϊδευτικό. Του είπα ότι εδώ και λίγες ώρες είχα αντέξει το χειρότερο. Με κοίταξε συλλογισμένα. Good luck then, μου ευχήθηκε και με ξεπροβόδισε ως την πόρτα.
"Η συμμορία της άρπας", Μένης Κουμανταρέας
Καλή τύχη λοιπόν .. και στους δυο μας, φίλε μου, αυτό το ξέχασα να στο γράψω.

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2012

Μια σκηνή

Δεν είμαι συγγραφέας, ούτε σκηνοθέτης, ούτε σεναριογράφος, μόνο παρατηρητής .. εκ φύσεως. Όταν σκοτεινιάζω η μόνη διέξοδος είναι να κοιτάξω έξω. Να ξεχαστώ με τα μάτια σαν χαμένη στη μετάφραση του κόσμου.


Μεγάλο ξενοδοχείο. Από τα μεγαλύτερα της Αθήνας. Ολόφωτο μέσα στη νύχτα με ένα τεράστιο χώρο υποδοχής που αστράφτει απρόσωπο. Δύο άντρες και μία γυναίκα τον διασχίζουν. Είναι οι μοναδικοί. Σαν μυρμήγκια στα κατάλευκα μάρμαρα. Το μπαρ, φημισμένο από χρόνια, στο 14ο όροφο. Η Αθήνα στο πιάτο και η Ακρόπολη για φόντο. Λίγος κόσμος. Η γυναίκα έκθαμβη, δεν είχε ξανανέβει εκεί. Ο ένας από τους δύο άντρες σίγουρος αλλά κατάκοπος από τη συνήθεια του θεάματος κι ο άλλος, ψύχραιμος, να μην δηλωθεί η πρώτη επίσκεψη. Πιάσανε ένα τραπέζι κοντά στη μεγάλη τζαμαρία. Μία «μαργαρίτα» και δυο ουίσκι. Οι άντρες, ο ένας απέναντι στον άλλον και η γυναίκα στη μέση. Η μουσική σε ανεκτή ένταση με αδιάφορη μουσική, σαν από υποχρέωση. Και η ώρα για .. συζήτηση κατέφθασε ακμαία όσο ακριβώς η παρέα είχε ξεψυχήσει. Ευτυχώς, ο ένας από τους τρεις χρειαζόταν να καταθέσει την αποτυχία του σαν πατέρας, μαζί με τις όψιμες και άτσαλες προσπάθειες να πλησιάσει το γιο του, ο άλλος βούτηξε την ευκαιρία να νιώσει για πρώτη φορά στη βραδιά σπουδαίος σαν σωστός πατέρας και η γυναίκα έκρυψε πίσω από τις λέξεις τους την μεγάλη της απορία, τι δουλειά είχε αυτή εκεί, ανάμεσα σε δύο άντρες που δεν την ενδιέφεραν καθόλου. Η συζήτηση συνεχίστηκε για ώρα, με τον καθέναν από το τρίο να παίρνει το λόγο όταν έπρεπε. Κάποια στιγμή ο «καλός» πατέρας σηκώθηκε για λίγο, να αλλάξει το ποτό του. Ήταν πλέον σίγουρος πως είχε κι αυτός ένα πλεονέκτημα σ’αυτή τη ζωή. Ο άλλος, ο αξιοζήλευτος επαγγελματικά, ο μεσήλικας γόης, άλλαξε τον τόνο της φωνής του, τον έκανε ψίθυρο και μουρμούρισε στ’ αυτί της γυναίκας, τον ζηλεύω γιατί έχει εσένα. Η κουβέντα κόπηκε απότομα. Η γυναίκα δεν είχε κάτι να απαντήσει, άλλωστε δεν ζήλευαν αυτή. Ο αξιοζήλευτος δεν είχε ακούσει μα και να άκουγε θα κοίταζε πιθανόν τα δυο του χέρια και θα συμφωνούσε πως πράγματι ήταν και τα δύο στη θέση τους. Η βραδιά κλείνει με την επιστροφή κάτω από καταρρακτώδη βροχή. Οι δύο άντρες μπροστά κι αυτή να ακολουθεί, δίχως ομπρέλα…

Ο βρεγμένος, λένε, τη βροχή δεν την φοβάται.

 Η σκηνή τελείωσε.
Η ταινία μικρού μήκους.

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Απλοϊκά

Ξημέρωσε απλά. Φυσικά. Είμαστε όμοιοι σαν χθες, σαν προχθές, ακόμα κι όταν νιώθουμε πως αλλάζει η φορά της γης. Έτσι απλά αναζητάμε το χώρο μας κι όταν δεν τον βρίσκουμε εκεί που τον έχουμε αφήσει, πεταρίζει η καρδιά από το ασυνήθιστο.
Θέλει μεγάλη προσπάθεια για να διαταραχτεί κάτι και μάλλον χρειάζεται και πολύ χρόνο. Και μετά όλα γίνονται απλοϊκά .. σε σημείο τρελό, σε σημείο γαλήνης. Μετά δεν χωράει τίποτα άλλο εκτός από εμάς. Προσπερνάς γιατί σε προσπέρασαν, σε διάβασαν ως αόμματοι και ως κουφοί. Παράλογα τα λόγια λοιπόν. Αδίκως τα σπαταλάμε. Φλυαρίες γίνονται.
Ο χρόνος είναι ο χειρότερος γιατρός, κι ας λένε το αντίθετο…

Υ.Γ
Όσοι μπορούν να χαρούν την σημερινή

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2012

5 με 10 λεπτά


5 με 10 λεπτά και η ψυχή κλειδώνει
Κάτι γίνεται, δεν ξέρεις τι, αλλά το νιώθεις. Έχει δύσει ο ήλιος. Βρέχει. Ομίχλη. Φώτα. Στο χέρι ένα ποτό, όχι από ανάγκη, έτσι, χωρίς λόγο, για να κρατάς κάτι στο χέρι, σαν δικαιολογία, να βγεις έξω, να απομακρυνθείς, να πλησιάσεις πιο κοντά στη ψυχή που σε φωνάζει. Ώρα για αυτήν.
Βρέχεσαι αλλά δεν καθαρίζεις. Κάτι γίνεται. Οι εικόνες χαράσσονται κάπου στ’αριστερά. Ένα τσιγάρο τρεμοσβήνει. Η ρουφηξιά δεν είναι αρκετή. Προσπαθείς πάλι. Είναι κι αυτή η γυναίκα μέσα που στριφογυρίζει στη καρέκλα ως έκθεμα. Ρίχνεις ένα βλέμμα. Σε νίκησε. Μα αφού δεν πάλεψες. Είναι ήττα άραγε; Μπα, όχι. Ποιος νοιάζεται για νίκες ή ήττες; Εσύ πάντως όχι. Χύμα στο κύμα. Παραδοτέα έως κατάργησης. Έτσι είναι το χνάρι σου. Εσύ το αφήνεις, εσύ το σβήνεις.
5 με 10 λεπτά και μαζεύεται ο νους
Τι όμορφα που είναι!
Μόνο που αυτή η ομορφιά δεν μοιράζεται. Κρίμα.

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Η Γροθιά

Η γροθιά ήταν σφοδρή.
Η ψυχή την είχε καταλάβει πριν το μυαλό!!!
Πως γίνεται άραγε αυτό; Κι όμως. Πολύ πριν την είχε νιώσει. Είχε καταλάβει το χέρι πως έσφιγγε, τα δάχτυλα μάζευαν δύναμη στη γροθιά όπως διπλώνονταν, τα νύχια μπήγονταν στο κρέας, η φόρα φάνηκε από το ύψος που πήρε. Φυσικό κι επόμενο να σκοτώσει τη ψυχή μου. Το χέρι λατρεμένο. Κανένα άλλο χέρι δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο.
Μόλις με βρήκε, 3/2/2012, με σακάτεψε.
Μούγκριζα σαν αγρίμι .. κι ακόμα αυτό κάνω, μόνο που είναι μούγκρισμα άηχο....